Α. ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟI ΡΩΜΑΙΟΙ
1. Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες
-
Η υποδούλωση της Ελλάδας έχει δυσάρεστες συνέπειες για τους Έλληνες.
-
Οι Ρωμαίοι, αρχικά, διοικούν τους κατακτημένους με σκληρό τρόπο.
-
Κάθε πόλη αντιμετωπίζεται ανάλογα με τη στάση που τήρησε απέναντί τους.
SPQR είναι το ακρωνύμιο από τη λατινική φράση Senātus Populusque Rōmānus που σημαίνει Ο Λαός και η Σύγκλητος της Ρώμης
Στην ιστορία της Δ' τάξης μάθαμε ότι το 146 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατέκτησαν την Ελλάδα, ύστερα από μακροχρόνιους πολέμους.
Από τα πρώτα χρόνια της κατάκτησής της όμως αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες στη διακυβέρνηση των κατακτημένων πόλεων.
Γι 'αυτό, στο πρώτο διάστημα κατοχής της χώρας, εφάρμοσαν ιδιαίτερα σκληρά μέτρα για τη διοίκησή της.
Πρώτη φροντίδα των Ρωμαίων ήταν να κρατήσουν τους Έλληνες διχασμένους και να τους εμποδίσουν να συνεργαστούν μεταξύ τους. Γι' αυτό, αμέσως μετά την κατάκτηση, κατάργησαν τα δημοκρατικά πολιτεύματα και τις συμμαχίες των ηττημένων πόλεων-κρατών. Εφάρμοσαν δηλαδή για τη διακυβέρνησή τους το «διαίρει και βασίλευε».
Βασικό κριτήριο για το νέο τρόπο διοίκησης κάθε πόλης ήταν η στάση που αυτή είχε τηρήσει στους ελληνορωμαϊκούς πολέμους. Έτσι:
-
Σε όσες συμμάχησαν μαζί τους ή δεν αντιστάθηκαν στις λεγεώνες τούς παραχωρούσαν ανεξαρτησία ή αυτονομία και ανέθεταν τη διοίκησή τους σε φιλορωμαίους Έλληνες.
-
Σε όσες όμως αντιστάθηκαν, φέρθηκαν ανελέητα. Γκρέμισαν τα τείχη τους, άρπαξαν θησαυρούς και έργα τέχνης, επέβαλαν βαρύτατους φόρους, αφόπλισαν και αιχμαλώτισαν τους κατοίκους τους. Στις πόλεις αυτές εγκατέστησαν μόνιμες ρωμαϊκές φρουρές και ανέθεσαν τη διοίκησή τους σε Ρωμαίους αξιωματούχους.
Δυσάρεστες συνέπειες για τους Έλληνες όμως είχε και η διαρκής παρουσία ρωμαϊκού στρατού στον τόπο τους.
Οι λεγεώνες τρέφονταν από τα προϊόντα της υπαίθρου και συχνά στρατολογούσαν τους κατοίκους της.
Οι πληθυσμοί ένιωθαν ανασφαλείς και φοβισμένοι. Πολλοί εγκατέλειπαν τη γη τους και κατέφευγαν στις πόλεις.
Κι εκεί όμως τους περίμεναν η φτώχεια, η διαρκής παρουσία και η απειλή των κατακτητών.
Όλα αυτά δημιούργησαν έντονη δυσαρέσκεια στους Έλληνες, οι οποίοι για πρώτη φορά βρέθηκαν υπόδουλοι σ' έναν ξένο λαό.
Γι' αυτό πολλές φορές ξεσηκώθηκαν κατά των κατακτητών.
Ο ρωμαϊκός στρατός όμως κατέπνιγε αυτές τις εξεγέρσεις και τιμωρούσε σκληρά αυτούς που θεωρούσε πρωταίτιους.
Η λεγεώνα (από τη λατινική λέξη legio που σημαίνει "επιστράτευση", "στρατολόγηση") ήταν η βασική στρατιωτική μονάδα του ρωμαϊκού στρατού, την οποία στελέχωναν αποκλειστικά Ρωμαίοι πολίτες. Κατά το πρώιμο Ρωμαϊκό Βασίλειο (σε αντίθεση με τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία ή αυτοκρατορία), ως "λεγεώνα" νοείται το σύνολο του ρωμαϊκού στρατού. Η λεγεώνα αποτελούνταν συνήθως από 4.000 - 10.000 άνδρες. Συγκροτούνταν από 30 τάγματα και κάθε τάγμα είχε 2 εκατονταρχίες. Συνολικά η λεγεώνα είχε 60 εκατονταρχίες.
Εκμαγείο κατεστραμένης σήμερα αρχαίας στήλης που πιθανόν τον απεικονίζει. Ο Πολύβιος (203 π.Χ. - 120 π.Χ.) ήταν Έλληνας ιστορικός, διάσημος για το βιβλίο του Οι Ιστορίες ή Η Άνοδος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το οποίο καλύπτει λεπτομερώς την περίοδο από το 220 ως 146 π.Χ. Είναι επίσης γνωστός για τις πολιτικές του απόψεις σχετικά με την εξισορρόπηση των εξουσιών, απόψεις οι οποίες, πολύ αργότερα, χρησιμοποιήθηκαν κατά τη σύνταξη του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών.
ήταν Ρωμαίος στρατηγός, νικητής του βασιλιά της Μακεδονίας Περσέα στην Πύδνα (168 π.Χ.), γι` αυτό και επονομάστηκε Μακεδονικός. Η μεγαλοπρεπής πομπή του θριάμβου άρχισε στις 30 Νοεμβρίου 167 και κράτησε τρεις μέρες. Την πρώτη μέρα πέρασαν πάνω σε διακόσιες πενήντα άμαξες τα αγάλματα, τα έργα ζωγραφικής και οι κολοσσοί, που είχε φέρει ο Αιμίλιος απ’ την εκστρατεία του.
Τη δεύτερη μέρα πέρασαν τα πιο όμορφα μακεδονικά όπλα, που άστραφταν καθώς χτυπούσαν οι ακτίνες του ήλιου πάνω στον καλοδουλεμένο χαλκό και σίδερο. Τα λαμπρά αυτά όπλα, τοποθετημένα περίτεχνα κι ανάκατα πάνω στις άμαξες, χτυπούσαν μεταξύ τους καθώς τραντάζονταν στην πορεία τους οι άμαξες και ηχούσαν τον τρομαχτικό ήχο της μάχης.Πίσω απ’ τις πολυάριθμες άμαξες ακολουθούσε μια φάλαγγα τριών χιλιάδων στρατιωτών, που έφερναν μέσα σε 750 αγγεία τα ασημένια μακεδονικά νομίσματα των λαφύρων.
Το κάθε αγγείο περιείχε τρία τάλαντα. Σε κάθε τέσσερις στρατιώτες ο ένας κρατούσε αγγείο με νομίσματα και οι άλλοι λεπτοσκαλισμένα κύπελλα, καλοδουλεμένα δοχεία, εντυπωσιακούς αμφορείς, ασημοστόλιστα κέρατα κ.λ.π. Την τρίτη μέρα, πρωί πρωί άρχισαν να περνούν οι σαλπιγκτές, σαλπίζοντας πολεμικά άσματα επίθεσης.Ακολουθούσαν 120 καλοθρεμένα βόδια, με χρυσάφι στα κέρατά τους, πολύτιμες ζώνες και χρυσοποίκιλτα στέμματα, οδηγούμενα από νέους και παιδιά, που κρατούσαν χρυσά και ασημένια κύπελλα.
Κατόπιν έρχονταν εκείνοι που κρατούσαν τα 77 δοχεία με τα χρυσά νομίσματα. Το κάθε δοχείο περιείχε τρία τάλαντα. Πίσω τους ακολουθούσαν οι βαστάζοι, που μετέφεραν την ιερή φιάλη. Τη φιάλη αυτή την είχε κατασκευάσει ο Αιμίλιος από χρυσάφι αξίας δέκα ταλάντων κι ήταν στολισμένη με πολύτιμα πετράδια. Μετά έρχονταν άλλοι, κρατώντας; ονομαστά σκεύη, παλαιότερων μακεδόνων βασιλιάδων κι άλλα πολύτιμα αντικείμενα, τα οποία χρησιμοποιούσε ο Περσέας στα δείπνα του.
Ακολουθούσε το άρμα του Περσέα και πάνω σ’ αυτό άστραφτε το διάδημά του. Μετά έρχονταν τα παιδιά του Περσέα, με τους υπηρέτες τους και τους δασκάλους τους. Η παρουσία των παιδιών στην πορεία λύπησε το πλήθος των Ρωμαίων, λέγει ο Πλούταρχος.Πίσω απ’ τα παιδιά του βάδιζε σιδεροδέσμιος ο Περσέας, ντυμένος στα σκούρα και περιστοιχισμένος απ’ τους συγγενείς του και άλλους ευγενείς αιχμαλώτους.
Μετά ακολουθούσαν αντιπρόσωποι τετρακοσίων πόλεων, κρατώντας ισάριθμα χρυσά στεφάνια, δώρα σταλμένα στο μεγάλο Ρωμαίο κατακτητή. Ύστερα έρχονταν ο Αιμίλιος Παύλος, πάνω σε ωραία διακοσμημένο άρμα, ντυμένος χρυσοστόλιστη κόκκινη χλαμίδα και κρατώντας στο τεντωμένο χέρι του κλωνάρι δάφνης. Δάφνες κρατούσε κι όλος ο στρατός του, που τον ακολουθούσε τραγουδώντας, χωρισμένος σε λόχους και τάξεις.
Η μοίρα ευνόησε απ’ τη μια μεριά τον Αιμίλιο και του επιφύλαξε δόξες και τιμές αλλά απ’ την άλλη τον βύθισε στο πένθος. Πέντε μέρες πριν την τελετή του θριάμβου του, πέθανε ο ένας γιος του (απ’ το δεύτερο γάμο του), ηλικίας 14 ετών και τρεις μέρες μετά το θρίαμβο πέθανε κι ο άλλος, ηλικίας 12 ετών.
2. Οι Έλληνες «κατακτούν» τους Ρωμαίους με τον πολιτισμό τους
-
Οι Ρωμαίοι γνωρίζουν τον ελληνικό πολιτισμό.
-
Τον θαυμάζουν, τον μιμούνται και τον συνδυάζουν με τα έργα και τις συνήθειες του δικού τους λαού.
-
Έτσι γεννιέται ένας νέος πολιτισμός: ο ελληνορωμαϊκός.
Ρωμαϊκή προτομή του Ηρώδη του Αττικού. Αρχαίος Αθηναίος από το δήμο του Μαραθώνα που έγινε διάσημος από τον πλούτο του, την παιδεία του και τις πολύ μεγάλες δωρεές του.
Κάτω από την Ακρόπολη της αρχαίας Αθήνας
Προτομή του Αυτοκράτορα της Ρώμης Αδριανού (76 - 138). Υπήρξε από τους αυτοκράτορες που διακόσμησαν την Αθήνα με έργα τέχνης.
Βρίσκεται μέσα στη ρωμαϊκή αγορά πίσω από τη βιβλιοθήκη του Αδριανού και χρησίμευε για να δείχνει τον άνεμο που φυσούσε.(υπήρχε Τρίτωνας ο οποίος περιστρεφόμενος έδειχνε, κρατώντας δείκτη, τη κατεύθυνση ενός από τους οκτώ κύριους ανέμους που επικρατούσε κατά την παρατήρησή του)
Η Ρωμαϊκή Αγορά, κέντρο των πολιτικών, εμπορικών και δικαστικών δραστηριοτήτων της αρχαίας Ρώμης, είχε έντονο το ελληνικό στοιχείο στα κτίρια της.
Κιονοστοιχία ανατολικής στοάς και ανατολικό πρόπυλο της Αγοράς. Διακρίνεται το Ωρολόγιο του Κυρρήστου (Πύργος των Ανέμων) και οι αψίδες του λεγόμενου Αγορανομείου.
Το αναστηλωμένο Ρωμαϊκό σπίτι (Casa Romana) ή η Ρωμαϊκή οικία όπως είναι γνωστή.
Το Πάνθεον της Ρώμης είναι ναός αφιερωμένος στους Ολύμπιους Θεούς. Τον ναό ανέγειρε ο Μάρκος Βιψάνιος Αγρίππας, γαμπρός και σύμβουλος του αυτοκράτορα Αυγούστου. Ο ναός έχει υποστεί πολλές αλλαγές και έχει πάρει την σημερινή του μορφή από τον Αδριανό. Το Πάνθεον είναι ένας τεράστιος κυκλικός ναός. Οι κορινθιακοί κίονες του, καθώς και το αέτωμά του είναι αρχιτεκτονικά στοιχεία που δανείστηκαν οι Ρωμαίοι από την αρχαία ελληνική τέχνη
Βρίσκεται στην Piazza della Rotonda
Το λατινικό αλφάβητο βασίζεται στο ελληνικό. Οι Ρωμαίοι το γνώρισαν από τους Έλληνες αποίκους της Κάτω Ιταλίας.
το Αλφάβητο της Χαλκίδας και της Κύμης.
Το Χαλκιδικό είχε διαφοροποιήσεις από το Ελληνικό με πιο εμφανείς στο ελληνικό Γ το οποίο γραφόταν όπως το λατινικό C, το Δ που γραφόταν όπως το λατινικό D, το Λ που γραφόταν όπως το λατινικό L, το Π που γραφόταν με στρογγυλεμένο το πάνω μέρος πλησιάζοντας το λατινικό γράμμα P και το Ρ που είχε μία επιπλέον ουρά προς τα δεξιά όπως το λατινικό R.
Η αποικία των Χαλκιδέων Κύμη -Cumae
Μία από τις αρχαιότερες Ελληνικές επιγραφές και η αρχαιότερη με την χρήση της Χαλκιδικής γραφής βρέθηκε στο νησί Ίσκια της Νότιας Ιταλίας στο ονομαζόμενο κύππελο του Νέστορα. Το κύπελλο, φτιάχτηκε στη Ρόδο, κατά το δεύτερο μισό του 8ου αιώνα π.Χ., και βρέθηκε σ' έναν τάφο στις Πιθηκούσσες, την πρώτη ελληνική αποικία σε έδαφος ιταλικό, στο νησί που σήμερα ονομάζουμε Ίσκια.
Το Χαλκιδικό αλφάβητο αποτελεί παραλλαγή του Ελληνικού, δημιουργήθηκε στην Χαλκίδα, μεταφέρθηκε στην αποικία Κύμη στην Ιταλία και από εκεί με μικρές διαφοροποιήσεις στους Ετρούσκους αποτελώντας ουσιαστικά τον πρόγονο του πλέον χρησιμοποιούμενου αλφάβητου παγκοσμίως σήμερα, του λατινικού.
Αρκετές ήταν οι παραλλαγές του στις διάφορες πόλεις της Ελλάδας και μία από αυτές ήταν και η Χαλκιδική γραφή που άρχισε να χρησιμοποιείται στην Χαλκίδα περίπου το 770 π.χ. Κοινό αλφάβητο με ελάχιστες διαφοροποιήσεις είχαν και στην Ερέτρια την ίδια εποχή.
Το λατινικό αλφάβητο - εξέλιξη του Χαλκιδικού - χρησιμοποιείται σήμερα από 2.6 δις ανθρώπους Το Ελληνικό αλφάβητο άρχισε να χρησιμοποιείται περίπου το 800 π.χ.
Οι Ρωμαίοι με την κατάκτηση της Ελλάδας γνώρισαν από κοντά τον πολιτισμό των Ελλήνων. Γοητεύτηκαν από τους ωραίους ναούς, τα αγάλματα των θεών και των ηρώων, τα θέατρα και τα στάδιά τους, τις τοπικές και τις πανελλήνιες γιορτές τους.
Στις ελληνικές πόλεις, ιδιαίτερα στην Αθήνα, γνώρισαν ονομαστούς δασκάλους και δημιουργούς και θαύμασαν την πρόοδό τους στα γράμματα και τις καλές τέχνες.
Ο θαυμασμός αυτός τούς έκανε να αλλάξουν την αρχική σκληρή στάση τους απέναντι στους κατακτημένους Έλληνες και να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους, για να κάνουν παρόμοια έργα στη Ρώμη και σε άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας.
Έτσι στα χρόνια που ακολούθησαν:
-
Κτίζουν σπίτια και δημόσια κτίρια με ελληνικά σχέδια και τα στολίζουν με αγάλματα και έργα τέχνης που κάνουν Έλληνες τεχνίτες.
-
Μαθαίνουν την ελληνική γλώσσα , που μιλιέται σ’ όλες τις κατακτημένες χώρες της Ανατολής.
-
Παίρνουν Έλληνες δασκάλους για τα παιδιά τους και συχνά τα στέλνουν στην Ελλάδα να σπουδάσουν.
-
Καλλιεργούν τη δική τους γλώσσα, τη λατινική, και μεταφράζουν σ’ αυτή έργα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Παίζουν ακόμη στα θέατρά τους ελληνικές τραγωδίες και κωμωδίες.
-
Φιλέλληνες Ρωμαίοι αυτοκράτορες και άρχοντες πόλεων δαπανούν πολλά χρήματα και κοσμούν με θαυμαστά έργα την Αθήνα και άλλους ελληνικούς χώρους.
Όλα αυτά έφεραν πιο κοντά τους δύο λαούς και τους βοήθησαν να γνωρίσει καλύτερα ο ένας τον άλλο.
Από τη συνύπαρξη και τη συνεργασία αυτή γεννήθηκε ένας νέος πολιτισμός, ο ελληνορωμαϊκός, που θαυμαστά έργα του υπάρχουν ακόμη γύρω μας και κοντά μας.
3. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, μια υπερδύναμη του αρχαίου κόσμου
-
Οι Ρωμαίοι συνεχίζουν τις κατακτήσεις τους και γίνονται κοσμοκράτορες.
-
Κυβερνούν τις κατακτημένες χώρες με αυστηρούς νόμους και αντιμετωπίζουν τα προβλήματα οργάνωσης της απέραντης αυτοκρατορίας τους.
Για τρεις αιώνες μετά την υποταγή της Ελλάδας οι Ρωμαίοι συνέχισαν τις κατακτήσεις τους στη Δύση, την Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Όλες οι χώρες γύρω από τη Μεσόγειο έγιναν ρωμαϊκές επαρχίες και οι Ρωμαίοι με περηφάνια την ονόμαζαν: « η θάλασσά μας » (mare nostrum).
Έτσι, στις αρχές του 1ου μ.Χ. αιώνα, τα σύνορα της αυτοκρατορίας τους έκλειναν μέσα τους όλο το γνωστό ως τότε κόσμο.
Ο πληθυσμός της ξεπερνούσε τα 50 εκατομμύρια. Οι Ρωμαίοι δηλαδή έγιναν κοσμοκράτορες.
Μέσα στο απέραντο ρωμαϊκό κράτος κατοικούσαν άνθρωποι από πολλές φυλές, με διαφορετικές γλώσσες, θρησκείες και συνήθειες. Ήταν μια πολυπολιτισμική αυτοκρατορία. Κι όλοι αυτοί έπρεπε να κυβερνηθούν από τη Ρώμη!
Οι Ρωμαίοι, για να λύσουν τα προβλήματα διοίκησης που γεννούσε η απέραντη αυτοκρατορία τους:
-
Όρισαν τον αυτοκράτορα «πρώτο πολίτη» της χώρας κι όλοι όφειλαν πίστη και υπακοή σ’ αυτόν.
-
Έδωσαν τον τίτλο του Ρωμαίου πολίτη σε όσους κατακτημένους αποδέχονταν την κυριαρχία της Ρώμης.
-
Διόρισαν ανώτερους Ρωμαίους κυβερνήτες (ανθύπατους), οι οποίοι επέβλεπαν τους τοπικούς άρχοντες και ενημέρωναν τον αυτοκράτορα.
-
Μείωσαν τους φόρους των πολιτών και οργάνωσαν καλύτερα τον τρόπο είσπραξής τους.
-
ψήφισαν δικαιότερους νόμους και φρόντιζαν για την τήρηση και την εφαρμογή τους απ’ όλους.
Όλα αυτά τα μέτρα βοήθησαν να επικρατήσει τάξη, ασφάλεια και δικαιοσύνη στην αυτοκρατορία, για διακόσια περίπου χρόνια.
Στο διάστημα αυτό αναπτύχθηκαν η γεωργία, το εμπόριο, η ναυτιλία και η βιοτεχνία.
Ήταν η περίοδος της «ρωμαϊκής ειρήνης» (pax romana), όπως ονομάστηκε.
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στην μεγαλύτερή της έκταση με τις κατακτήσεις του Τραϊανού
4. Η καθημερινή ζωή στην αρχαία Ρώμη
-
Οι Ρωμαίοι ζούσαν σε μικρές και μεγάλες πόλεις καθώς και σε χωριά της υπαίθρου.
-
Η Ρώμη με τα κτίριά της, το λιμάνι της και τα θεάματά της αποτελούσε το κέντρο ζωής του ρωμαϊκού κόσμου.
Το Κολοσσαίο άρχισε να κατασκευάζεται στην εποχή του Βεσπασιανού το 72 μ.Χ., συνεχίστηκε την εποχή του Τιτου και ολοκληρώθηκε όταν ήταν αυτοκράτορας ο Δομιτιανός 80 μ.Χ. Ονομαζόταν αμφιθέατρο των Φλαβίων, από το όνομα της δυναστείας των αυτοκρατόρων που το έκτισαν. Για να κατασκευαστεί, εργάστηκαν χιλιάδες Ιουδαίοι αιχμάλωτοι που είχαν συλληφθεί από τον Τίτο μετά την καταστροφή των Ιεροσολύμων. Πήρε το όνομά του από το κολοσσαίο άγαλμα του Νέρωνα (Ο Κολοσσός), που βρισκόταν στην τοποθεσία,
Η Αππία οδός (Λατ. και Ιταλ.: Via Appia) ήταν ο πιο μακρύς δημόσιος δρόμος που κατασκευάστηκε στην Ιταλία από τους Ρωμαίους. Άρχιζε από τη Ρώμη και έφτανε στην Καμπανία και στο Βρινδήσιον. Οφείλει το όνομά του στον τιμητή Κλαύδιο Άππιο, ο οποίος κατασκεύασε το πρώτο τμήμα του το 312 π.Χ. Στις αρχές του 6ου μ.Χ. αιώνα ο δρόμος αυτός εγκαταλείφτηκε και καταστράφηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του.
Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ένας από τους δύο πιο σημαντικούς δρόμους που ξεκινούσαν από την πρωτεύουσα Ρώμη ήταν η Via Egnatia, ουσιαστικά προέκταση της Via Traiana. Ξεκινώντας από τη Ρώμη και με νοτιοανατολική κατεύθυνση διέσχιζε την Απουλία (Puglia), μέχρι την παραθαλάσσια πόλη Γνάθια (Εgnazia) που βρισκόταν μεταξύ των πόλεων-λιμένων της Απουλίας Μπάρι και Μπρίντιζι και πιο συγκεκριμένα των πόλεων Monopoli και Fasano στις δυτικές πλευρές της Αδριατικής.
Το επί ιταλικής χερσονήσου χερσαίο οδικό τμήμα ονομαζόταν Via Traiana προς τιμήν του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού. Ακολουθούσε η υπερπόντια προέκτασή της από τη Γνάθια στην απέναντι ανατολική πλευρά της Αδριατικής την αρχαία Επίδαμνο, το σημερινό Δυρράχιο, αποτελώντας ένα είδος πορθμείου μεταξύ των δυτικών και ανατολικών ακτών της Αδριατικής. Διέσχιζε τη Βαλκανική χερσόνησο από την ανατολική Αδριατική ως τα Κύψελα.
Το Πάνθεον της Ρώμης είναι ναός αφιερωμένος στους Ολύμπιους Θεούς. Τον ναό ανέγειρε ο Μάρκος Βιψάνιος Αγρίππας, γαμπρός και σύμβουλος του αυτοκράτορα Αυγούστου. Ο ναός έχει υποστεί πολλές αλλαγές και έχει πάρει την σημερινή του μορφή από τον Αδριανό. Το Πάνθεον είναι ένας τεράστιος κυκλικός ναός. Οι κορινθιακοί κίονες του, καθώς και το αέτωμά του είναι αρχιτεκτονικά στοιχεία που δανείστηκαν οι Ρωμαίοι από την αρχαία ελληνική τέχνη
Η Ρώμη ήταν η έδρα του αυτοκράτορα και η καρδιά του ρωμαϊκού κράτους.
Ήταν χτισμένη πλάι στον Τίβερη ποταμό και στολισμένη με ναούς, ωραία κτίρια και έργα τέχνης.
Στην περίοδο ακμής της αυτοκρατορίας ο πληθυσμός της, μαζί με τους δούλους και τους ξένους, πλησίαζε το ενάμισι εκατομμύριο.
Οι περισσότεροι κάτοικοι διέμεναν σε πολυκατοικίες και οι πιο εύποροι σε μονοκατοικίες.
Στον Παλατίνο λόφο ήταν χτισμένο και το παλάτι των αυτοκρατόρων.
Οι κάτοικοι της ρωμαϊκής υπαίθρου ήταν γεωργοί, βοσκοί, τεχνίτες και μικροέμποροι.
Οι μεγαλοϊδιοκτήτες γεωργοί είχαν μεγάλα και γόνιμα αγροκτήματα.
Σε αυτά ήταν κτισμένα τα σπίτια των ιδιοκτητών και κοντά τους στάβλοι, ορνιθώνες και αποθήκες για τους καρπούς και τις ζωοτροφές. Όλα αυτά τα φρόντιζαν οι δούλοι, που έμεναν μόνιμα εκεί.
Οι μικροϊδιοκτήτες καλλιεργούσαν μόνοι τα κτήματά τους και ζούσαν από τα λιγοστά προϊόντα της παραγωγής τους.
Τα παιδιά τους συνήθως εγκατέλειπαν την ύπαιθρο και αναζητούσαν εργασία και καλύτερη τύχη στο στρατό, στην πόλη, στις τέχνες και στα δημόσια έργα, που γίνονταν σε όλη την αυτοκρατορία.
Όλοι αυτοί, πλούσιοι και φτωχοί, πήγαιναν συχνά στη Ρώμη για να πάρουν μέρος στις μεγάλες γιορτές και στους αγώνες που γίνονταν εκεί.
Α. Ανακεφαλαίωση (1-4)
Οι Ρωμαίοι:
-
Κατάκτησαν την Ελλάδα και κράτησαν τους Έλληνες διαιρεμένους.
-
Δημιούργησαν ένα απέραντο κράτος κι έγιναν κοσμοκράτορες.
-
Εφάρμοσαν το «διαίρει και βασίλευε» για τη διακυβέρνηση των κατακτημένων.
-
Επηρεάστηκαν από τον τρόπο ζωής και τον πολιτισμό των Ελλήνων.
Οι Έλληνες:
-
Βρέθηκαν για πρώτη φορά υπόδουλοι σε ξένο κατακτητή.
-
Διατήρησαν τη γλώσσα, τη θρησκεία τους, τα ήθη και τα έθιμά τους,
-
«Κατάκτησαν τους κατακτητές» με τα γράμματα και τις τένχες τους
-
Συνεργάστηκαν και δημιούργησαν τον «ελληνορωμαϊκό πολιτισμό».
Στα χρόνια της «ρωμαϊκής ειρήνης»
-
Προόδευσαν η γεωργία, η βιοτεχνία, η ναυτιλία και το εμπόριο.
-
Περιορίστηκαν οι μεγάλες κοινωνικές διαφορές.
-
Πλούσιοι και φτωχοί μετείχαν στις γιορτές.